βραδύνω

βραδύνω
1019 βραδύνω
{с.гл., 2}
медлить в неуверенности, промедлять, мешкать (1Тим. 3:15; 2Пет. 3:9).*

Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. . 2006.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "βραδύνω" в других словарях:

  • βραδύνω — βραδύνω, βράδυνα βλ. πίν. 48 Σημειώσεις: βραδύνω : χωρίς παθητική φωνή, κυρίως με την έννοια κινούμαι, ενεργώ αργά. Απαντάται όμως και η έκφραση βραδύνω το βήμα (→ αρχίζω να περπατάω αργά) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • βραδυνῶ — βραδύνω make slow fut ind act 1st sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βραδύνω — βραδύ̱νω , βραδύνω make slow aor subj act 1st sg βραδύ̱νω , βραδύνω make slow pres subj act 1st sg βραδύ̱νω , βραδύνω make slow pres ind act 1st sg βραδύ̱νω , βραδύνω make slow aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βραδύνω — (AM βραδύνω) [βραδύς] 1. χρονοτριβώ, αργοπορώ 2. καθυστερώ κάποιον αρχ. αναβάλλομαι …   Dictionary of Greek

  • βραδύνω — υνα 1. μτβ., μειώνω την ταχύτητα: Βράδυνα το αυτοκίνητο γιατί πλησίαζα στον προορισμό μου. 2. αμτβ., αργώ, αργοπορώ: Το λεωφορείο σχεδόν πάντα βραδύνει να φτάσει στη στάση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βραδυνεῖ — βραδύνω make slow fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) βραδύνω make slow fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βραδυνούσαις — βραδύνω make slow fut part act fem dat pl (attic epic doric) βραδῡνούσαις , βραδύνω make slow pres part act fem dat pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βραδυνούσης — βραδύνω make slow fut part act fem gen sg (attic epic) βραδῡνούσης , βραδύνω make slow pres part act fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βραδυνούσῃ — βραδύνω make slow fut part act fem dat sg (attic epic) βραδῡνούσῃ , βραδύνω make slow pres part act fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βραδῦνον — βραδύνω make slow pres part act masc voc sg βραδύνω make slow pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βραδυνεῖς — βραδύνω make slow fut ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»